Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Θέλεις να χαράξουμε τα ονόματά μας στο ξύλο;







«Θέλεις να χαράξουμε τα ονόματά μας στο ξύλο;»
 «Όχι» μου απάντησες.
Εγώ ήθελα να νοιώσουμε λίγο παιδιά. Ήξερα γιατί δεν ήθελες. Δεν χρειάστηκε να σε ρωτήσω…Δεν άντεχες να πληγώνεις. Κυρίως αυτά που σου μετέφεραν συναίσθημα.

Εκνευριζόσουν ακόμα και όταν έπαιζαν το αγαπημένο σου τραγούδι. Δεν ήθελες να σπαταλάνε άσκοπα την δύναμή του. Το φύλαγες για ειδικές στιγμές. Άλλοι σε έλεγαν περίεργο, άλλοι ευαίσθητο. 

Δεν έδινες σημασία. Απλά έγραφες. Οι σελίδες σε καταλάβαιναν περισσότερο από τους ανθρώπους. Και ήταν πάντα εκεί. Σε περίμεναν να σε ακούσουν και να σε καταλάβουν. Σε περίμεναν να τις χαϊδέψεις αφήνοντας το σημάδι σου πάνω τους. Σου επέτρεπαν να είσαι αυτό που θέλεις εσύ να είσαι. Τις εμπιστευόσουνα. Δεν σε έκριναν, δεν σε χαρακτήριζαν, αν και το ήθελαν κάποιες στιγμές. Αλλά σε ήθελαν μέσα στην αυθεντική σου ελευθερία. Μια ελευθερία στο κλουβί σου.

«Θέλεις να γράψουμε τα ονόματά μας στο ξύλο;»
«Θέλω» και μου χάρισες ένα γλυκό χαμόγελο…